Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΚΑΡΑΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ


Γ. Κ. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ, τ. ΛΥΚΕΙΑΡΧΗ
Χρυσόστομος Καλαφάτης


 «Ο ποιμήν ο καλός, την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων» (Ιω. κεφ. Ι, 11)

Η ιστορική πορεία της ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας και του Ελληνισμού,
 η οποία συχνά πέρασε δια πυρός και σιδήρου, δοκιμάσθηκε σκληρά, κινδύνεψε με αφανισμό, στάθηκε όμως στητή κι ολόρθα χάρη σε πανάξιους ταγούς, οι οποίοι διατρέξανε τον έσχατο κίνδυνο ή οδηγήθηκαν με τη θέλησή τους στο βωμό του χρέους για να στηρίξουν το ποίμνιο τους.

Στο σημερινό μας άρθρο θα εξετάσουμε τον παράλληλο βίο δυο θρησκευτικών ταγών,
του Γερμανού Καραβαγγέλη

Γερμανός Καραβαγγέλης
και του Χρυσοστόμου Καλαφάτη.

Βρισκόμαστε στο τέλος του 19ου αιώνα.
 Η Βουλγαρική Εξαρχία είναι πια μια πραγματικότητα, οδυνηρή για τον ορθόδοξο ελληνισμό. 

Την οδυνηρότητα ενισχύει και η θνησιγενής Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου του 1878, η οποία προσωρινά κάνει πραγματικότητα το όνειρο των Βουλγάρων για τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας και την έξοδό της, στο Αιγαίο. 

Και όταν το μακροχρόνιο όνειρο των Βουλγάρων σβήνει, επιδίδονται σ' έναν άλλον αγώνα απάνθρωπο, αυτόν του αφελληνισμού της Μακεδονίας με τις ευλογίες της Υψηλής Πύλης, η οποία μυωπικά αντιμετωπίζοντας τα μελλοντικά της συμφέροντα, έβλεπε ανεκτικά 
τη βουλγαρική προσπάθεια, εφαρμόζοντας το δόγμα του «διαίρει και βασίλευε» για να διαπιστώσει σύντομα τη λανθασμένη πολιτική της και να την αναθεωρήσει.

Παρακολουθώντας άγρυπνα την απάνθρωπη συμπεριφορά των Βουλγάρων το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία συμπεριφορά ξεκίνησε αρχικά με την οδό της προπαγάνδας και κατέληξε σε ένοπλη επέμβαση στο χώρο της Μακεδονίας,στέλνει στις Μητροπόλεις της Μακεδονίας νέους Μητροπολίτες, μορφωμένους, ψυχωμένους και πάνω απ' όλα με βαθιά ριζωμένες στην ψυχή τους την αγάπη για την ορθοδοξία και τον Ελληνισμό.

Τον παράλληλο βίο δυο από αυτούς:

 Του Γερμανού Καραβάγγέλη και του Χρυσοστόμου Καλαφάτη θα εξετάσουμε στο παρόν άρθρο.

Πρώτα πρώτα και οι δυο τους έλκουν την καταγωγή τους από τα μυρωμένα και αγιασμένα χώματα 
της Ανατολής. 

Ο Γερμανός είναι γεννημένος στη Στύψη της Λέσβου, στο νησί των Αγίων
 και στον Αιγαιοπελαγίτικο Παρνασσό, το 1866, 
ενώ ο Χρύσόστομος στην Τρίγλια της Βιθυνίας το 1867.

Και οι δυο έζησαν και γαλουχήθηκαν σε ευσεβές χριστιανικό οικογενειακό περιβάλλον, όπου εμποτίστηκαν βαθιά μετη δίδυμη ιδέα ελληνισμός και ορθόδοξη χριστιανική πίστη. 
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός της ταυτόχρονης σχεδόν γέννησής τους, έργο προφανώς της Θείας Πρόνοιας, η οποία έφερνε στη ζωή δυο μορφές, που επρόκειτο να καταλάβουν ξεχωριστή σελίδα στη Δέλτο της νεώτερης εκκλησιαστικής και ελληνικής ιστορίας.

Συνακόλουθα και οι δυο, μετά τις εγκύκλιες σπουδές τους στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, σπούδασαν στη θεολογική Σχολή της Χάλκης, όπου όχι μόνο διακρίθηκαν, αλλά και αριστεύσανε.

 Η οξυδέρκεια του Οικουμενικού Πατριάρχη Ιωακείμ του Γ' Δημητριάδη επιλέγει τους δυο για υψηλή 
και παράτολμη αποστολή με άμεσο κίνδυνο την ίδια τη ζωή τους.

 Παρακολουθώντας άγρυπνα και με βαθύτατο πόνο ψυχής, ο Ιωακείμ ο Γ το αίμα των Ελλήνων χριστιανών να ρέει άφθονο στη Μακεδονία από τις απάνθρωπες δολοφονίες  των Βουλγάρων κομιτατζήδων,
στέλνει
τον μεν Γερμανό το 1900 στη Μητρόπολη Καστοριάς,
ενώ δυο χρόνια αργότερα, το 1902,
τον Χρυσόστομο στην αιματοβαμμένη Μητρόπολη της Δράμας.

Η περιοχή της Καστοριάς είναι το κατ' εξοχήν πεδίο άγριας δράσης των κομιτατζήδων και n ζωή του Γερμανού τίθεται σε άμεσο κίνδυνο κάθε ώρα δε λιποψυχεί όμως. Κυκλοφορεί ένοπλος, συναντά άφοβα τους Βουλγάρους αρχικομιτατζήδες, ενώ σε κάθε έξοδό του από τη Μητρόπολη, έξοδο θανάτου, αφήνει γράμμα στον πρωτοσύγκελλό του Πλάτωνα Αϊβαζίδη με εντολές ενεργειών σε περίπτωση, που θα έχανε τη ζωή του από την ύπουλη συμπεριφορά των κομιτατζήδων.

Δε διστάζει να μεταβάλλει τη Μητρόπολή του σε στρατηγείο του Μακεδονικού Αγώνα, σε κέντρο αποθήκευσης οπλισμού για τον εφοδιασμό των Μακεδονομάχων.

 Ένοπλος κηρύσσει το ευαγγέλιο τις Κυριακές, ενώ με τσεκούρι σπάζει την πόρτα του ναού,
 την οποία είχαν κλειδώσει οι Βούλγαροι. 


Με το περίστροφο στο χέρι μπαίνει στην εκκλησία για να λειτουργήσει, ενώ συνεργάτης του
στέκει οπλισμένος πίσω από τον δεσποτικό θρόνο. 


Ακόμη στη Μητρόπολή του λειτουργεί νοσοκομείο για τους τραυματίες Μακεδονομάχους, καθώς και ορφανοτροφείο. 

Αλλά και ο Χρυσόστομος, όταν καταφθάνει στη Μητρόπολη της Δράμας, βρίσκει το ποίμνιό του 
σκληρά δοκιμασμένο.

 Οι κομιτατζήδες έχουν αποθρασυνθεί
Οι Έλληνες είναι καταπτοημένοι.
 Όσοι αρνούνται να προσχωρήσουν στην Εξαρχία βασανίζονται ή και δολοφονούνται αγρίως.

 Κι ο Χρυσόστομος, βλέποντας να ρέει άφθονο το αίμα των χριστιανών, κηρύσσει τον ένοπλο αγώνα με κήρυγμά του στον ιερό ναό Αγίου Δημητρίου Νευροκοπίου με το σύνθημα «Πωλησάτω έκαστος υμών το ιμάτιόν του και αγορασάτω μάχαιραν». 

Παράλληλα κτίζει ναούς, σχολεία βιβλιοθήκες, Γυμναστήρια.
Κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του κτίσθηκαν τα σχολεία
Εκπαιδευτήρια Δράμας,
Δοξάτου,
Χωριστής,
Προσοτσάνης,
Κοκκινογείων.

Με άξιο συνεργάτη του τον Αρχιδιάκονο Θεμιστοκλή Χατζησταύρου, το alter ego του, 
μυεί στη «Νέα Φιλική Εταιρία» απτόητους Έλληνες πατριώτες, τους οποίους ορκίζει
 ο Αρχιδιάκονος Θεμιστοκλής και τους οπλίζει με πολεμικό υλικό, το οποίο καταφθάνει
 μυστικά στο λιμάνι της Καβάλας και από εκεί στη Δράμα.

Για την καλύτερη έκβαση του Αγώνα ιδρύει 
Επιτροπές Μακεδονομάχων 

στην πόλη της Δράμας, 
στην Προσοτσάνη, 
στην Πλέβνα (σημ. Πετρούσα), 
στην Τσατάλτζα (σημ. Χωριστή), 
στο Δοξάτο, 
στό Εδιρνετζίκ (σημ. Αδριανή), 
στο Βώλακα, 
στο Πράβι (σημ. Ελευθερούπολη), 
στο Κιούπ - Κιοϊ (σημ. Πρώτη) 
και σε άλλους μεγάλους οικισμού της Μητροπολιτικής του περιφέρειας.

Ξαναγυρίζουμε στον Γερμανό. 

Η ζωηρή εθνική του δράση ανησυχεί τους Βουλγάρους. 
Η τουρκική κυβέρνηση πιεζόμενη από τη ρωσική και την αγγλική πρεσβεία, που πείθονται από τις συκοφαντίες του Βούλγαρου πρεσβευτή, αποκλείει τον Γερμανό από το Διοικητικό Συμβούλιο της Καστοριάς και στη συνέχεια του απαγορεύει τις περιοδείες στους οικισμούς 
του νομού. 

Τέλος ο Μέγας Βεζύρης Φερίτ Πασάς ζητεί από τον Ιωακείμ τον Γ να τον ανακαλέσει. 
Κι εκείνος, βλέποντας ότι δεν μηρρεί να κάνει διαφορετικά, τον καλεί στην Κωνσταντινούπολη και τον διορίζει Μέλος της Ιεράς Συνόδου.

Έτσι το 1907 φεύγει από την Καστοριά. Το ποίμνιό του τον αποχαιρετά με ευχές και ζητωκραυγές, αλλά με τη λύπη βαθιά απιθωμένη στην ψυχή του και την αγωνία του για τον κίνδυνο, που θα διατρέξει από τη μανία των κομιτατζήδων.

Την ίδια έχει και ο Χρυσόστομος. 

Οι κομιτατζήδες βλέπουν στο πρόσωπο του το ανάχωμα παρεμπόδισης του αφελληνισμού της περιοχής της Δράμας. 
Ασκούν πιέσεις στους προσώπους των αγγλικών και γαλλικών Αρχών στην περιοχή της Δράμας και ύστερα από την δήθεν αποκάλυψη ενοχοποιητικής του αλληλογραφίας, ο Τούρκος Γενικός Επιθεωρητής των βιλαετιών της Μακεδονίας Χιλμή Πασάς, με τηλεγράφημά του διατάσσει τις τουρκικές Αρχές της Δράμας να μην επιτρέπουν στον Χρυσόστομο να μεταβαίνει στα χωριά του νομού Δράμας, ενώ παράλληλα απομακρύνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο του νομού. 

Έτσι ο Χρυσόστομος εγκαταλείπει τη Δράμα το Σεπτέμβριο του 1907 ενώ το χριστεπώνυμο πλήρωμα με δάκρυα τον αποχαιρετά συνοδεύοντάς τον μέχρι τον σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας. 
Ο Χρυσόστομος επανέρχεται το 1908 στη Δράμα για να απομακρυνθεί ύστερα από λίγο οριστικά  από τη Δράμα. 
Οι κομιτατζήδες πέτυχαν το σκοπό τους με την ανθελληνική συνέργεια των Αγγλων και Γάλλων εκπροσώπων στο νομό, όμως ο Χρυσόστομος, κατά τη λαϊκή έκφραση  «παρέλαβε λαγούς και τους έκανε λιοντάρια» τους πιστούς του. 

Ο Γερμανός εκλέγεται το 1908 Μητροπολίτης Αμαοείας του Πόντου, μιας από τις πιο μεγάλες και πιο σημαντικές επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 
Ο αφιλοκερδής, γενναιόδωρος, ακάματος και βαθύτατα Έλληνας Γερμανός δίνει νέα πνοή στη Μητρόπολη του.
Κτίζει ναούς, χειροτονεί ιερείς, ιδρύει σχολεία (Δημοτικά, Ήμιγυμνάσια ,Γυμνάσια), ανεγείρει διδακτήριο, γυμναστήρια, αστική Σχολή, Σχολαρχείο, νέο Επισκοπικό μέγαρο, βιβλιοθήκες και ευαγή ιδρύματα.

Αγωνίζεται να σώσει από τους εξοντωτικούς διωγμούς τους Έλληνες Ποντίους, μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων και συμβάλλει ενεργά στη δημιουργία των πρώτων ανταρτικών σωμάτων στον Πόντο, τα οποία εξοπλίζει για να προστατεύσει τους διωκομένους Έλληνες του Πόντου από τους Νεό-τουρκους.

Η πολύπλευρη δράση του Γερμανού προκάλεσε τη δυσπιστία και την οργή της τουρκικής Κυβέρνησης, η οποία τον απεμάκρυνε από τη Μητρόπολή του, για να τον καταδικάσει σε θάνατοερήμην ο Κεμάλ στα δικαστήρια της Αμάσειας, τον οποίο όμως θάνατο απέφυγε με τη φροντίδα του Πατριάρχη.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο ίδρυσε τη Μητρόπολητης Ουγγαρίας, στην οποία εξέλεξε ως Μητροπολίτη τον Γερμανό το 1924.
Δυστυχώς ο μεγαλόπνοος αυτός Ιεράρχης, κόσμημα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, γλύτωσε τον απαγχονισμό, όμως κατήντησε να ζει εξόριστος μακριά από την πατρίδα του, στην οποία προσέφερε τις υψηλές εθνικές του υπηρεσίες. Πέθανε σε ηλικία 68 ετών βαθύτατα πικραμένος για την αχαριστία της Πατρίδος του.

Και ο Χρυσόστομος απομακρυνόμενος από τη Δράμα και εκτιμώμενος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ τον Γ, καίτοι αντίπαλος του ο Χρυσόστομος,
όμως καύχημα της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού, μετατίθεται στη Μητρόπολη της Σμύρνης, στην πρωτεύουσα της Ιωνίας με την ανθούσα οικονομία, την παιδεία και τον υψηλό πολιτισμό.

Εκεί στη Σμύρνη ο Χρυσόστομος συνεχίζει την επίδειξη των υψηλών και επίζηλων αρετών του.
Ανακαινίζει ναούς, κτίζει νέους, συμβάλλει στην ανοικοδόμηση της Ευαγγελικής Σχολής, του Ομηρείου Παρθεναγωγείου, ιδρύει γυμναστήρια, φιλοπτώχους συλλόγους, λειτουργεί λαϊκά συσσίτια, ιδρύει άσυλα για αστέγους και εκδίδει το περιοδικό «Ιερός Πολύκαρπος».

Η μεριμνά του εκτείνεται και στην περίθαλψη χιλιάδων προσφύγων, ενώ καταγγέλλει στις Μεγάλες Ευρωπαϊκές Δυνάμεις τις θηριωδίες των Νεοτούρκων (Κεμάλ και Τοπάλ Οσμάν).
Η δράση του ενόχλησε αφάνταστα τον Κεμάλ.
Καταδικάστηκε στον φρικτό θάνατο, που δοκίμασε ποτέ άνθρωπος.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμώντας το μαρτυρικό του θάνατο δικαίως τον κατέταξε στη χορεία των εθνοίερομαρτύρων Αγίων.
 Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Αγάλματα και προτομές του έχουν ανεγερθεί σε πόλεις και οικισμούς της χώρας,  ενώ αρκετοί δρόμοι φέρουν το όνομά του.

Γερμανός και Χρυσόστομος, δυο μεγάλες μορφές του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, λαμπρύνουν  επάξια της σελίδες της Ελληνικής ιστορικής Δέλτου.
Με το έργο τους στήριξαν τον ελληνισμό και την ορθοδοξία σε καιρούς δυσχείμερους και έγιναν  τη λαϋγείς φάροι της πορείας του Γένους των Ελλήνων.
Αποτελούν τη «μαγιά», που ανανεώνει τον ελληνισμό και τον κρατεί στητό κι ολόρθο στο διάβα  των αιώνων. Η μνήμη τους ας είναι αιωνία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (Ενδεικτική)

1.    Απομνημονεύματα Γερμανού Καραβαγγέλη, Βιβλιοθήκη της Μακεδονίας
2.    Στάικου Μιχαήλ, Γερμανός Καραβαγγέλης, Μητροπολίτης Αμασείας, Θεσ/κη 1998.
3.    Μπέλλου - Θρεψιάδη Ανδ., Μορφές Μακεδονομάχων και τα ποντιακά του Γερμανού Καραβαγγέλη, Αθήνα 1992.
4.    Αποστολίδη Δημ., Ιστορία του Ελληνισμού του Πόντου, Θεσ/κη 1935.
5.    Κουλοχέρη Ιάκ., Η Αμισός και τα πάθη της, Θεσ/κη 1991
6.    Γαβριηλίδης Αντ., Σελίδες εκ της μαύρης εθνικής συμφο¬ράς του Πόντου, Αθήναι 1924.
7.    Ενεπεκίδης Πολύχρονης, Οι διωγμοί των Ελλήνων του Πόντου, 1908 -1923, Σερραϊκά Ανάλεκτα 1992.
8.    Γ. Κ. Χατζόπουλου, Χρυσόστομος Καλαφάτης, Δράμα 2006. -
9.    Του ιδίου, Ο Αγιος Χρυσόστομος και τα Εκπαιδευτήρια Δράμας, Δράμα 2009.
10   Αρχείο  Χρυσοστόμου, τομ. Α'.
11     Γ. Κ. Χατζόπουλου, Χρυσόστομος Καλαφάτης, Ο κυμα-τοθραύστης του βουλγαρικού εξαρχισμού στη Δράμα, - Δράμα 2006.
12.    Καργάκου Σαράντου, Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος, ο «Περίβλεπτος», χ.χ.
13.    Κυράτσου Διονυσίου, Ιστορία της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, Δράμα 1995.
14.    Καλαφάτη Χρυσοστόμου, εκθέσεις περί του Μακεδονικού Αγώνος, εκδ. ΙΜΧΑ, Θεσ/κη I960 (επιμέλεια Βασ. Λαούρδα).
15.    Τιμητικός Τόμος επί τω Ιωβηλαίο του Σεβ. Μητρ/του Φιλίππων - Νεαπόλεως - Θάσου, Καβάλα I960.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου